Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

ἀνθρακιᾶς ἄπο

См. также в других словарях:

  • χναύω — Α 1. τρώω με μικρές μπουκιές, τσιμπολογώ («ὡς ἕτοιμά σοι ἑφθὰ καὶ ὀπτὰ καὶ ἀνθρακιᾱς ἄπο χναύειν», Ευρ.) 2. μέσ. χναύομαι (κατά τον Ησύχ.) «χναύεται περικνίζεται, λαμβάνει». [ΕΤΥΜΟΛ. Εκφραστικός τ. τού καθημερινού λεξιλογίου, αβέβαιης ετυμολ., το …   Dictionary of Greek

  • άνθρακας — I (anthrax). Δίπτερο έντομο της οικογένειας των βομβυλιιδών. Πρόκειται για μεγάλη μύγα, που φτάνει σε μήκος τα 25 εκ. Έχει μαύρο σώμα με λέπια και τρίχες, πλατύ κεφάλι και προβοσκίδα που συνήθως είναι πολύ μακριά και λεπτή. Το θηλυκό γεννά τα… …   Dictionary of Greek

  • πανιάρα — και παννιάρα, η [παν(ν)ί] το φουρνόξυλο με το οποίο καθαρίζουν το εσωτερικό τού φούρνου από τα υπολείμματα τής ανθρακιάς, προκειμένου να βάλουν στον φούρνο νέα ψωμιά για ψήσιμο …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»